Αν το Monterey International Pop Festival τον Ιούνιο του
’67 σήμανε την αρχή του «summer of love», τότε το Woodstock υπήρξε η
κορύφωσή του και ταυτόχρονα η αρχή του τέλους των hippies και του
κινήματός τους. Το Φεστιβάλ του Γούντστοκ, όπου περισσότεροι από 500.000
χίπις αψήφησαν τη βροχή, τη λάσπη, την έλλειψη τροφής και αποχωρητηρίων
και τα μεγαλύτερα μποτιλιαρίσματα στην ιστορία, προκείμενου να χαρούν
«τρεις μέρες ειρήνης, έρωτα και μουσικής», έχει περάσει στην κορυφή της
μυθολογίας του ροκ ως η μεγαλύτερη και σημαντικότερη μουσική εκδήλωση
της δεκαετίας του '60.
Ήταν 15 Αυγούστου του 1969, όταν στην πρόχειρα
εγκατεστημένη σκηνή στον χώρο που είχε παραχωρήσει ο φάρμερ Max – καλή
του ώρα – Yasgur (στη μικρή πόλη Bethel, περίπου 70 χιλιόμετρα από το
Woodstock, στην πολιτεία της Νέας Υόρκης), ανέβηκε ο Richie Havens με
την κιθάρα του και άρχισε να παίζει το «High flyin’ bird» μπροστά σε 200
περίπου χιλιάδες εκστασιασμένους χίπις, που είχαν συγκεντρωθεί εκεί από
ολόκληρη την αμερικάνική επικράτεια. Το μουσικό όνειρο διήρκεσε 3
ολόκληρες μέρες και νύχτες γεμάτες sex, drugs και rock & roll.
Εισιτήριο για την τρίτη μέρα του φεστιβάλ, αξίας 7 δολαρίων!
Ο ηχητικός καταιγισμός παρέσυρε τα πάντα στο πέρασμά του,
πέτυχε μέσα σε ένα τριήμερο μια απίστευτη μίξη όλων των μουσικών
ρευμάτων που έδιναν τον τόνο της εποχής. Από το ροκ και την ποπ μέχρι το
φολκ και την τζαζ. Αυτή η αναρχική συνύπαρξη διοχετεύτηκε στην πίστη
της γενιάς των 60ties που κουβαλούσε τον σταυρό του στίγματος ενός
πεπρωμένου από το οποίο ήθελε να απεγκλωβιστεί. O Country Joe έκανε το
πλήθος να τραγουδά το F-U-C-K κατά του πολέμου του Βιετνάμ, έναν πόλεμο
που καταδίκασαν από τη σκηνή του Woodstock η Joan Baez, οι Crosby,
Stills, Nash και Young, ο Richie Havens, ο Joe Cocker, η Janis Joplin,
οι Who, ο Santana και ο Jimi Hendrix που έκλεισε τη γιορτή κάνοντας τον
αμερικάνικο εθνικό ύμνο να τα τινάξει τα χαράματα της 17ης Αυγούστου...
Αεροφωτογραφία της κεντρικής σκηνής του Woodstock.
Το χρονικό πλαίσιο «προκαλούσε» για αντιπαραθέσεις: ο
Ρίτσαρντ Νίξον ήταν πρόεδρος της Αμερικής με τον πόλεμο του Βιετνάμ να
βρίσκεται στην κορύφωσή του και τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις να
σαρώνουν όλο τον κόσμο, ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν στο απόγειό του, οι
δολοφονίες των Κένεντι, του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Μάλκολμ Χ
πρόσφατες, ο Γαλλικός Μάης μόλις ένα χρόνο πίσω. Οι φοιτητές στα
Πανεπιστήμια διάβαζαν το «on the road» του Κέρουακ και απάγγελναν
μεγαλόφωνα «America when will we end the human war? Go fuck yourself
with your atom bomb» του Άλεν Γκίνσμπεργκ, ενώ η ψυχεδέλεια είχε ήδη
κάνει την εμφάνισή της από τα μέσα της δεκαετίας με τις μπάντες της
σκηνής του Σαν Φρανσίσκο και το μουσικό της κίνημα εξαπλωνόταν σε
ολόκληρη τη χώρα. Ήταν η εποχή των hippies…
Οι hippies
"I don't want a pickle, I just want to ride on my motorcycle" (Από το "Motorcycle song" του Arlo Guthrie).
Οι hippies δεν είχαν κανένα κοινό στοιχείο με πολιτικά
κινήματα. Οποιαδήποτε ιδέα δομής, δόγματος ή ιεραρχίας ήταν διαμετρικά
αντίθετη με την έννοια του όρου «hippie», ο οποίος παρέπεμπε περισσότερο
σε μια στάση ή ακόμα καλύτερα σε ένα στιλ ζωής, σε έναν τρόπο ύπαρξης.
Οι hippies αρνήθηκαν την κυρίαρχη αμερικάνική κοινωνία των 60ties και η
μουσική αποτέλεσε μια σημαντική παράμετρο της αντικουλτούρας τους.
Χίπις παρακολουθούν το φεστιβάλ του Γούντστοκ.
Το ροκ σε μια νέα μορφή, έδωσε σάρκα και οστά στις ιδέες
της αγάπης, της αρμονίας, του μυστικισμού, αλλά και της ευαισθησίας που
είχε άμεση σχέση με τα ναρκωτικά, που εμπνεύστηκε από αυτά. Η μουσική
που γινόταν όλο και πιο δυνατή, ήρθε σε σύγκρουση με την απαλή
τονικότητα της δεκαετίας του ’50. Χαρακτηρίστηκε από παρεμβολές ήχων που
δημιουργήθηκαν από την επίδραση των διεγερτικών και των ναρκωτικών.
Sex & drugs
Χορεύοντας στο Woodstock υπό την επήρεια ναρκωτικών.
Για τους νέους χίπις, η μαριχουάνα, το LSD, η μεσκαλίνη,
τα παραισθησιογόνα μανιτάρια, οι αμφεταμίνες, τα τριπάκια, ήταν η
δυνατότητα της φυγής από την κυρίαρχη, καταπιεστική και τυραννική
πραγματικότητα, αλλά παράλληλα ήταν και ένα μέσο για την απελευθέρωση
του πνεύματος και των συναισθημάτων από τα ταμπού και τους κανόνες του
status quo, η υιοθέτηση νέων εμπειριών, η αδιαπραγμάτευτη δόνηση με τις
ανοιχτές προς εξερεύνηση αρμονίες ενός κόσμου που δεν είχε την παραμικρή
σχέση με την αμερικανική κοινωνία.
Παίζοντας μουσική στο Woodstock.
Όμως τα ναρκωτικά υπήρξαν και ένα μέσο για την ενδυνάμωση
μιας νέας απελευθερωμένης σεξουαλικότητας. Για τους χίπις, ο ελεύθερος
και χωρίς εξαναγκασμούς έρωτας δεν ήταν μόνο μια απελευθερωτική πράξη
αλλά επίσης μια προκλητική εξέγερση ενάντια στη βικτοριανή αντίληψη που
βασιζόταν στο γάμο και την οικογένεια, μια αντίληψη ασφυκτική και
υποκριτική. Στο σύνθημα «η χώρα μου πάνω απ’ όλα, και στο δίκιο και στο
άδικο», η απάντηση του hippie ήταν «Κάντε έρωτα, όχι πόλεμο». Ναρκωτικά,
μουσική και σεξουαλικότητα βάδισαν χέρι – χέρι στην καρδιά της χίπικης
αντικουλτούρας. Αν οι Beatles ψιθύριζαν το 1964 «I want to hold your
hand», το 1967 τραγουδούσαν «Why don’t we do it in the road!».
Οι επιρροές της χίπικης αντικουλτούρας
Στον δρόμο προς τον χώρο του Φεστιβάλ.
Οι χίπις ευαισθητοποιήθηκαν με τις ανατολίτικες θρησκείες –
δυτικοποιημένες από τον Χέρμαν Χέσε – τις οποίες έβλεπαν σαν μια
αντίσταση στην εξουσία, σαν μια αναφορά σε έναν κόσμο φαινομενικά
ανεξάντλητο. Τάχθηκαν αλληλέγγυοι με τους Ινδιάνους της Αμερικής, επειδή
αυτοί σέβονταν τη φύση και ζούσαν αρμονικά με αυτήν, επειδή ήταν
καταπιεσμένοι και διέθεταν σοφία, επειδή χρησιμοποιούσαν τα ναρκωτικά σα
μετάληψη. Οι hippies εμπνεύστηκαν από τον Ρουσό, τον Θορό, τον Ρεμπό,
αλλά κυρίως από τους μεγάλους συγγραφείς και ποιητές της γενιάς των
μπίτνικ: Μπάροουζ, Γκίνσμπεργκ, Σνάιντερ και Κέρουακ. Το μυθιστόρημα του
τελευταίου, «On the road», βρισκόταν στα σακίδια όλων των χίπις.
Η Happy Avenue, η λεωφόρος που οδηγούσε στον χώρο του φεστιβάλ.
Αν επιχειρήσει κάποιος να συνοψίσει την επίδραση των
χίπις, θα βρεθεί μπροστά σε ένα μεγάλο παράδοξο: Ενώ ήταν υπέρμαχοι της
κοινωνικής ισότητας, η προσωπική τους αναζήτηση ήταν αρχικά ατομική. Η
αφετηρία για την κοινωνική αλλαγή θα έπρεπε να είναι η προσωπική αλλαγή
του καθενός. «Ο μπάτσος στο δρόμο αποτελεί μικρότερο πρόβλημα από τον
μπάτσο που έχουμε μέσα στο μυαλό μας». Οι χίπις αντιπροσώπευσαν μια
πολιτική αποστασία που ήρθε σε σύγκρουση με την κυρίαρχη αμερικάνικη
κοινωνία. Και αν η συμβατική Αμερική τους αντιμετώπισε γενικά σαν απειλή
( τα ανατρεπτικά κακομαθημένα παιδιά, βρώμικα, βουτηγμένα στα
ναρκωτικά, άσωτα και διεφθαρμένα), η ίδια στα δικά τους μάτια υπήρξε
ανούσια, βαρετή, απαξιωτική για τον άνθρωπο και καταπιεστική.
Πάνω από μισό εκατομμύριο κόσμος πέρασε από τον χώρο του φεστιβάλ στη διάρκεια του τριημέρου.
Οι χίπις αψήφησαν τα ταμπού γύρω από το σεξ, ξεπέρασαν
τους φυλετικούς φραγμούς, έθεσαν σε αμφισβήτηση την έννοια της
οικογένειας ως εγγύησης μιας πάγιας ταυτότητας. Προσπάθησαν να
οικοδομήσουν καθοριστικές συναισθηματικές σχέσεις, έξω από τα στενά
βιολογικά πλαίσια. Εξύμνησαν τις ιδέες για την ειρήνη και τον έρωτα μέσα
σε μια κοινωνία βαθιά ρατσιστική, σεξιστική, μια κοινωνία που είχε
εμπλακεί σε έναν αδυσώπητο, αναίτιο και εγκληματικό πόλεμο ενάντια σε
μια χώρα του Τρίτου Κόσμου. Οι χίπις ήταν οι πρωτοπόροι της εξέγερσης
ενάντια στο κέρδος και την ιεραρχία. Και το ηχηρό «όχι» τους, ταξίδεψε
την ηχώ του σε όλο τον κόσμο, ξεσηκώνοντας θύελλα διαμαρτυριών κατά της
ιμπεριαλιστικής Αμερικής.
Rock & Roll
Το ξημέρωμα της 16ης Αυγούστου 1969 στο Woodstock.
Πολλά ήταν τα συγκροτήματα που παρέλασαν από τη σκηνή του
Woodstock και άλλα τόσα αυτά που για διάφορους λόγους δεν συμμετείχαν
στο καταιγιστικό τριήμερο της μουσικής πανδαισίας του Αυγούστου του ’69.
Δεν υπάρχει λόγος να τα απαριθμήσουμε όλα, ούτε να ασχοληθούμε με το
γιατί δεν πήγαν οι Beatles, οι Rolling Stones, ο Dylan, οι Doors και οι
λοιποί συγγενείς. Το καλύτερο που έχετε να κάνετε – κατά την γνώμη μου –
είναι να βρείτε το υπέροχο ντοκιμαντέρ «Woodstock» του Michael Wadleigh
και να απολαύσετε όσα έγιναν στους χώρους της συναυλίας.
Μπάνιο στην White Lake, δίπλα στον χώρο του φεστιβάλ.
Το ONEMAN αφού σας παρουσίασε τους hippies, το sex και τα
drugs, περνάει στο rock & roll και δέκα από τις κορυφαίες στιγμές
(σύμφωνα με τον συντάκτη) μιας μαγικής, ανεπανάληπτης μουσικής
συνάντησης, που 44 χρόνια μετά συνεχίζει να «στοιχειώνει» το ροκ. Πριν
σας παραδώσουμε στους πρωταγωνιστές του flower stage της Bethel,
διαβάστε λίγα λόγια από την αυτοβιογραφία της Joan Baez για το πώς έζησε
η μεγάλη folk ερμηνεύτρια το φεστιβάλ.
«Το Woodstock ήταν ναρκωτικά, σεξ και ροκ εν ρολ. Το
Woodstock ήταν ο genius Hendrix και το υπέροχο ιδρωμένο στήθος του Roger
Daltrey των Who. Το Woodstock ήταν ο Country Joe McDonald, όμορφος σαν
άγριος Ινδιάνος. Το Woodstock ήταν ο εκκεντρικός Joe Cocker που
καμπούριαζε σαν κανένας αλλόκοτος παραλυμένος του δρόμου, αλλά
τραγουδούσε όπως ο Ray Charles. Το Woodstock ήταν βροχή και λάσπη,
μεταμφιεσμένοι φαντάροι και μπάτσοι, που έβαζαν στην άκρη τα όπλα τους
και έψηναν χοτ ντογκ για πεινασμένους hippies.
Το Woodstock ήταν οι λευκές κυρίες της λίμνης που
σήκωναν τα μουσκεμένα μαλλιά τους με τη λίμνη να στάζει απ' τους
όμορφους αγκώνες τους, όχι και πολύ ανίδεες για τις κάμερες που
«γύριζαν» μακριά τους, στην ακτή, στραμμένες πάνω στα ωραία στήθη τους.
Ναι, ήταν τρεις εκπληκτικές μέρες βροχής και μουσικής. Τραγούδησα μέσα
στη νύχτα. Στάθηκα εκεί, μπροστά στους «κατοίκους» της χρυσαφένιας
πολιτείας, που κοιμόντουσαν πάνω στη λάσπη, ο ένας στην αγκαλιά του
άλλου, και τους έδωσα ότι μπορούσα εκείνη τη στιγμή. Κι εκείνοι δέχτηκαν
τα τραγούδια μου. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλο Woodstock. Το Woodstock,
με όλη του τη λάσπη και τη δόξα, ανήκει στη δεκαετία του ’60, αυτή την
εξωφρενική, ποθητή, μυθιστορηματική, παθιασμένη, τραγική, παράλογη,
«γενειοφόρο» και πολύτιμη εποχή»...
Η αναμνηστική πλάκα που βρίσκεται στον χώρο όπου διοργανώθηκε το φεστιβάλ του Woodstock.
* Στη διάρκεια του τριήμερου φεστιβάλ του Woodstock, 32
μπάντες και καλλιτέχνες έπαιξαν συνολικά 311 τραγούδια. Κάνοντας μια
επιλογή μόλις 10 από τα 311, είναι προφανές ότι έχουν μείνει απέξω πολλά
μικρά και μεγάλα «αριστουργήματα». Ευχαρίστως θα διαβάσω στα σχόλιά σας
αυτά που θα διαλέγατε εσείς.
1. Country Joe McDonald – The "Fish" Cheer/I-Feel-Like-I'm-Fixin'-To-Die Rag
Ο Country Joe παρέσυρε το κοινό με την κιθάρα και τους
στίχους του αρχίζοντας με το ιστορικό «Give me an F!» που από τότε έγινε
σήμα κατατεθέν του Woodstock. Είναι η μεγαλύτερη αντιπολεμική κραυγή
του φεστιβάλ, όταν οι 300.000 hippies της γενιάς του «make love, not
war», σηκώνονται όρθιοι στο τελευταίο κουπλέ και τραγουδούν μαζί με τον
McDonald ενάντια στη σφαγή του Βιετνάμ.
2. Joe Cocker – With a little help from my friends
Η κορυφαία ερμηνευτική στιγμή του φεστιβάλ. Ο «αλλόκοτος
παραλυμένος του δρόμου» – όπως τον περιγράφει η Joan Baez – Joe Cocker
απογειώνει το αριστούργημα των Beatles, χαρίζοντάς του την αρτιότερη
εκτέλεση, όπως παραδέχτηκε αργότερα ο ίδιος ο Paul McCartney.
3. Janis Joplin & the Kozmic Blues Band – Try (just a little bit harder)
Η λευκή ιέρεια των blues σε μια από τις πιο δυνατές
στιγμές του Woodstock. Η Janis Joplin – η πλήρης ενσάρκωση της hippie
αντικουλτούρας στη μουσική – πλαισιωμένη από την κορυφαία μπάντα της
σύντομης καριέρας της, τους Kozmic Blues Band, σαγηνεύει το ακροατήριο
και τη νύχτα του Bethel με την διονυσιακή της ερμηνεία στο «Try».
4. Jimi Hendrix – Hey Joe
Έχει ήδη ξημερώσει η 18η Αυγούστου και μετά από 3 μέρες
και 3 νύχτες ασταμάτητου rock & roll, ο μεγάλος Jimi Hendrix
αποχαιρετά το Woodstock με το αξεπέραστο «Hey Joe». Ήταν το τελευταίο
τραγούδι που παίχτηκε στο φεστιβάλ, με ένα από τα κορυφαία κιθαριστικά
ρεσιτάλ του τριημέρου.
5. The Who – See me, feel me
Η σούπερ μπάντα των Who ερμηνεύει το αριστουργηματικό «See
me, feel me» από την όπερα «Tommy». Η κιθάρα του Townshend
απογειώνεται, τα κρουστά του Moon οργιάζουν και η φωνή του απόλυτου
Νάρκισσου Daltrey «ταξιδεύει» μέσα στη νύχτα τους εκατοντάδες χιλιάδες
hippies του φεστιβάλ.
6. Jefferson Airplane – White rabbit
Η κορυφαία ψυχεδελική στιγμή του Woodstock. Η γεμάτη
παραισθησιογόνα, λουλούδια και αγάπη μπάντα των Jefferson Airplane
συνοδεύει την υπέροχη κοντράλτο φωνή της πανέμορφης Grace Slick σε ένα
από τα αριστουργήματα του «Surrealistic Pillow», το «White Rabbit».
7. Grateful Dead – Mama tried
Η ατημέλητη, ζαμανφουτίστική και μαστουρωμένη μπάντα των
Grateful Dead με αρχηγό της τον θρυλικό hippie Jerry «Captain Trips»
Garcia, φέρνει στο Woodstock την εποχή του «Υδροχόου». Το φολκ και το
ροκ παντρεύονται την ψυχεδέλεια πάνω στη σκηνή του φεστιβάλ.
8. Arlo Guthrie – Coming into Los Angeles
Ο Arlo, γιος του μεγάλου Woody Guthrie, συνεχίζει την
παράδοση του πολιτικού τραγουδιού διαμαρτυρίας, εδώ όμως προτιμήσαμε ένα
πιο ανάλαφρο δείγμα του. Το «Coming into Los Angeles» θα μπορούσε
κάλλιστα να είναι η μελοποίηση ενός κεφαλαίου από το «on the road» του
Κέρουακ ή απλά το παράπονο του hippie που του παίρνουν τα ναρκωτικά του.
9. Richie Havens – Freedom / Sometimes I feel like a motherless child
Ο κιθαρίστας και τραγουδοποιός από το Μπρούκλιν που άνοιξε
το τριήμερο του Woodstock, ο δωρικός Richie Havens, στο εκπληκτικό
ακουστικό Freedom, ένα κάλεσμα ειρήνης και ομόνοιας ανάμεσα σε όλες τις
φυλές του κόσμου. Ο καταιγιστικός τρόπος που χτυπάει τις χορδές, τα
μοναδικά του μπαρέ και οι κραυγές του πέρασαν στην ιστορία σαν μια από
τις κορυφαίες στιγμές του φεστιβάλ.
10. Canned Heat – Going up the country
Η επιτομή του μαστουρωμένου blues. Οι Canned Heat ανέβηκαν
στη σκηνή του Woodstock και τραγούδησαν για τον ονειρικό, ψυχεδελικό,
χαμογελαστό και ριζοσπαστικό τους κόσμο. «Πηγαίνουμε σε κάποιο μέρος που
το νερό θα έχει τη γεύση κρασιού. Μπορούμε να βουτήξουμε στο νερό και
να είμαστε συνεχώς μεθυσμένοι...»
Πηγές: Larousse, Life, woodstock69.com, woodstock.com
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου